Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2011

Η νοερά προσευχή και οι εν τω κόσμω πιστοί – Γέροντος Ιωσήφ Βατοπεδινού.


Πάντα γεννάται το ερώτημα: Δύνανται αυτοί που ζουν στον κόσμο να ασχολούνται με την νοερά προσευχή; Προς τους ερωτώντας αποκρινόμεθα καταφατικά: Ναι. Για να γίνη καταληπτή η προτροπή μας προς τους ενδιαφερομένους, αλλά και η υπόδειξη στους μη γνωρίζοντας, εξηγούμεν συντόμως περί τούτου του θέματος, ώστε να μην προβληματίζωνται εκ της διαφορετικής ίσως ερμηνείας και προσδιορισμού της «νοεράς προσευχής».


Γενικώς, η προσευχή είναι η μόνη υποχρεωτική και απαραίτητη εργασία και αρετή για όλη την λογική φύση, αισθητή και νοούμενη, ανθρωπίνη και αγγελική και γι’ αυτό προσταζόμεθα στην αδιάλειπτό της εργασία.

Η προσευχή δεν χωρίζεται δογματικώς σε τύπους και τρόπους, αλλά, κατά τους Πατέρας μας, κάθε τύπος και τρόπος προσευχής είναι ωφέλιμος, αρκεί να μην είναι τίποτε διαβολική πλάνη και επήρεια. Ο σκοπός της παναρέτου αυτής εργασίας είναι να στρέφη και να κρατά τον νου του ανθρώπου στον Θεό. Γι’ αυτόν λοιπόν τον σκοπό οι Πατέρες μας επενόησαν ευκολώτερους τρόπους και απλούστευσαν την προσευχή, ώστε ο νους ευκολώτερα και σταθερώτερα να στρέφεται και παραμένη στον Θεό. Στας λοιπάς αρετάς μεσολαβούν και άλλα μέλη και αισθήσεις του ανθρώπου, ενώ στην μακάρια προσευχή ο νους μόνος εξ ολοκλήρου ενεργεί. Επομένως, χρειάζεται πολλή προσπάθεια στην προτροπή και συγκράτησή του, για να γίνη η προσευχή καρποφόρος και δεκτή. Οι αγιώτατοι Πατέρες μας, που αγάπησαν εξ ολοκλήρου τον Θεό, είχαν ως κυριωτέρα των σπουδή να ενωθούν και να παραμένουν συνεχώς μαζί Του. Ως εκ τούτου, έστρεφαν όλη τους την προσπάθεια στην προσευχή, ως το αποτελεσματικώτερον μέσο.

Για τους λοιπούς τρόπους προσευχής, ως γνωστούς και συνήθεις σχεδόν σε όλους τους χριστιανούς, δεν θα πούμε τώρα, παρά μόνο διά την λεγομένη «νοεράν προσευχή», που συνεχώς ερωτώμεθα. Είναι ένα θέμα που σήμερα απασχολεί το ευλαβές πλήρωμα των πιστών, επειδή τούτο σχεδόν αγνοείται και πολλές φορές παρερμηνεύεται και περιγράφεται μάλλον φανταστικώς. Τον ακριβή τρόπο της εφαρμογής, ως και τα αποτελέσματα αυτής της θεοποιού αρετής, από της καθάρσεως έως αυτού του αγιασμού, όπου αυτή οδηγεί, θα αφήσωμε τους Πατέρες να μας πουν. Μόνο τόσα θα αναφέρουμε εμείς οι ευτελείς, όσα είναι ικανά να διασαφήσουν και να πείσουν τους αδελφούς μας που ζουν στον κόσμο, πώς πρέπει να ασχοληθούν με αυτήν.

Την ονόμασαν οι Πατέρες νοεράν, διότι γίνεται με τον νουν, αλλά και νήψη την ονομάζουν, που σχεδόν σημαίνει πάλι το ίδιο. Τον νουν οι Πατέρες μας τον προσδιορίζουν ως ένα ελεύθερο και περίεργο ον, που δεν ανέχεται περιορισμούς και ούτε για πολύ πείθεται σε κάτι που δεν μπορεί μόνος του να το συλλάβη. Γι’ αυτό, πρώτον, εδιάλεξαν μόνο λίγες λέξεις σε μίαν απλούστατη ευχή, «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», ώστε να μην χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια του νου να συγκρατή παρατεταμένη ευχή. Δεύτερον, εγύρισαν τον νου εσωτερικά, στο κέντρο του λογικού είναι μας, όπου παραμένοντας ακίνητος με το νόημα της θείας επικλήσεως, του γλυκύτατου ονόματος του Κυρίου μας Ιησού, να αισθανθή το συντομώτερο δυνατόν την θείαν παρηγορίαν. Αδύνατον, κατά τους Πατέρες, επικαλούμενος συνεχώς ο πανάγαθος Δεσπότης μας να μην εισακούση, Αυτός που τόσον επιθυμεί την σωτηρίαν των ανθρώπων.

Επειδή όμως η κατά φύσιν αρετή που επιδιώκεται να επιτευχθή χρειάζεται και τα συντελούντα μέσα, έτσι και η ιερά αυτή εργασία χρειάζεται τα απαραίτητα σχεδόν στοιχεία. Η κάποια ησυχία, η αμεριμνησία, η αποφυγή της γνώσεως και διηγήσεως των συμβαινόντων, το κατά τους Πατέρας «δούναι και λαβείν», η εγκράτεια γενικώς και η εκ τούτων γενική σιωπή. Έπειτα, η επίμονος συνέχεια και συνήθεια δεν νομίζω να είναι ακατόρθωτα στους ευλαβείς ενδιαφερομένους για την ιερωτάτην αυτήν εργασία. Μια καλή συνήθεια σε ένα χρονικό διάστημα του ημερονυκτίου, πάντοτε περίπου το ίδιο, θα είναι μια καλή αρχή.

Τονίσαμε ασφαλώς την επιμονή σαν το πλέον απαραίτητο στοιχείο στην προσευχή, δικαίως δε τονίζεται και υπό του θείου Παύλου, τη προσευχή προσκαρτερείτε. Ιδιαιτέρως από τας λοιπάς αρετάς, η προσευχή χρειάζεται προσπάθεια σε όλη μας την ζωή και γι’ αυτό επαναλαμβάνω στους προσπαθούντας να μην βαρύνωνται, ούτε να νομίζουν την ανάγκη της καρτερίας ως αποτυχία στην νηπτικήν αυτήν εργασία.

Στην αρχή είναι απαραίτητο να λέγεται ψιθυριστά η ευχή ή και δυνατώτερα, όταν συναντάται βία και αντίδραση εσωτερική. Όταν κατορθωθή αυτή η καλή συνήθεια, ώστε με ευκολία να κρατάται και λέγεται η ευχή, τότε μπορούμε να στραφούμε και εσωτερικώς με τελείαν εξωτερική σιωπή. Στο βιβλιαράκι «Περιπέτειες ενός Προσκυνητού», στο πρώτο του μέρος δίδεται ένα καλό παράδειγμα για την εισαγωγή στην ευχή. Η καλή λοιπόν επιμονή και προσπάθεια, πάντοτε με τα ίδια λόγια της ευχής, χωρίς να μεταλλάσσωνται συχνά, θα γεννήση την καλή συνήθεια και αυτή θα φέρη το κράτημα του νου, οπότε και η παρουσία της Χάριτος θα φανερωθή.

Όπως κάθε αρετή αντιστοιχεί σε ένα αποτέλεσμα, έτσι και η προσευχή έχει ως αποτέλεσμα την κάθαρση του νου και τον φωτισμό και φθάνει το άκρον και τέλειον αγαθόν, την ένωση μετά του Θεού, αυτήν ταύτην δηλαδή την θέωση. Πλην όμως, λέγουν οι Πατέρες και τούτο, ότι απόκειται στον άνθρωπο να ζητάη και να προσπαθή να μπη στον δρόμο που άγει προς την πόλη και, αν τυχόν δεν έφθασε στο τέρμα, γιατί δεν πρόφθασε για πολλούς λόγους, ο Θεός τον συγκαταλέγει στους τερματίσαντας. Και για να γίνω πιο σαφής, ιδίως στο θέμα προσευχής, λέγω πως πρέπει όλοι μας οι χριστιανοί να αγωνιζώμεθα στην ευχήν, ιδίως σ’ αυτή την λεγομένη μονολόγιστη ή νοερά προσευχή- και όπου φθάση κανείς, πολύ κέρδος έχει.

Παρούσης της ευχής δεν παραδίδεται ο άνθρωπος στον αναμένοντα πειρασμό, διότι η παρουσία της είναι νήψη και η ουσία της είναι προσευχή. Επομένως, ο αγρυπνών και προσευχόμενος ου μη εισέρχεται εις πειρασμόν. Ύστερα, δεν παραδίδεται σε σκοτισμόν ο άνθρωπος, ώστε να παραλογίση και σφάλλη στην κρίση και απόφασή του. Μετά, δεν πίπτει σε ραθυμία και αμέλεια που είναι η βάση πολλών κακών. Και πάλιν, δεν νικάται από πάθη και αδυναμίες, όπου είναι αδύνατος και ιδίως όταν τα αίτια παρευρίσκωνται κοντά. Απεναντίας, αυξάνει ο ζήλος και η ευλάβειά του. Γίνεται πρόθυμος για αγαθοεργία. Πραΰνεται και αμνησικακεί. Αυξάνει δε από ημέρας σε ημέραν την προς τον Χριστόν πίστη και αγάπη του και αυτό τον ερεθίζει προς όλες τις αρετές. Έχομε πάρα πολλά παραδείγματα συγχρόνων ανθρώπων, και ιδίως νέων, που με την καλή συνήθεια της ευχής εσώθησαν από τρομερούς κινδύνους ή πτώσεις σε μεγάλα κακά ή και από θανατηφόρα συμπτώματα.

Επομένως, η ευχή είναι καθήκον κάθε πιστού, κάθε ηλικίας και γένους και καταστάσεως, ασχέτως χώρου και χρόνου και τρόπου. Με την ευχή ενεργοποιείται η θεία Χάρις και δίδει λύσεις σε προβλήματα και πειρασμούς που απασχολούν τους πιστούς, ώστε, κατά την Γραφή, πας ος αν επικαλέσηται το όνομα Κυρίου σωθήσεται.

Δεν υπάρχει κίνδυνος πλάνης, όπως διαδίδεται από μερικούς αδαείς, αρκεί μόνο να λέγεται η ευχή με τρόπον απλό και ταπεινό. Είναι πολύ απαραίτητο, όταν λέγεται η ευχή, να μην παριστάνεται στον νου καμμιά εικόνα, ούτε του Δεσπότου μας Χριστού υπό οιανδήποτε μορφήν, ούτε της Κυρίας Θεοτόκου ή κάποιου άλλου προσώπου ή παραστάσεως. Η εικόνα είναι ο τρόπος του σκορπισμού του νου. Πάλιν διά μέσου της εικόνος γίνεται η είσοδος των λογισμών και της πλάνης. Ο νους να μένη στην έννοια των λόγων της ευχής και με πολλή ταπείνωση να εκδέχεται ο άνθρωπος το θείον έλεος. Οι τυχόν φαντασίες ή φώτα ή κινήσεις και κρότοι και θόρυβοι είναι απαράδεκτα, ως διαβολικά τεχνάσματα προς παρεμπόδιση ή παραπλάνηση. Ο τρόπος της παρουσίας της Χάριτος στους εισαγωγικούς είναι χαρά πνευματική ή δάκρυα ήρεμα και χαροποιά ή ήρεμος φόβος εκ της μνήμης των αμαρτιών, προς αύξησιν του πένθους και του κλαυθμού. Προοδευτικά η Χάρις γίνεται αίσθηση της αγάπης του Χριστού, οπότε εξαφανίζεται τελείως ο μετεωρισμός του νου και θερμαίνεται η καρδία στην αγάπη του Θεού τόσον, ώστε νομίζει ότι άλλο δεν θα αντέξη. Άλλοτε πάλι, σκέπτεται και θέλει να μείνη για πάντα όπως ακριβώς ευρίσκεται και να μην ζητά τίποτε άλλο να ιδή ή να ακούση. Όλα αυτά και διάφορες άλλες μορφές αντιλήψεως και παρηγοριάς είναι εισαγωγικά σε όσους προσπαθούν να λέγουν και κρατάνε την ευχή, όσον από αυτούς εξαρτάται και δύνανται. Έως αυτού του σημείου, που είναι τόσον απλό, νομίζω ότι κάθε ψυχή που εβαπτίσθη και πολιτεύεται ορθόδοξα, μπορεί να το εφαρμόση και να ευρίσκεται στην πνευματική αυτή ευφροσύνη και χαρά, έχοντας ταυτοχρόνως και την θεία σκέπη και βοήθεια σε όλες τις πράξεις και ενέργειες της.

Επαναλαμβάνω και πάλι την παρακίνησή μου σε όσους αγαπούν τον Θεό και την σωτηρία τους, να μην βραδύνουν να δοκιμάσουν την καλήν αυτήν εργασία και συνήθεια, για την Χάριν και ελεημοσύνη που παρέχει σε όσους λίγο κοπιάσουν στην εργασίαν αυτή. Και τούτο τους λέγω για θάρρος, να μην διστάσουν ή μικροψυχήσουν με την λίγη αντίδραση ή κόπωση που θα συναντήσουν. Σύγχρονοι Γέροντες που γνωρίσαμε, είχαν στον κόσμο πολλούς μαθητές, άνδρες και γυναίκες, εγγάμους και μη, που όχι μόνο στην εισαγωγική κατάσταση έφθασαν, αλλά και περισσότερον ανέβησαν με την Χάριν και ευσπλαχνία του Χριστού μας, ότι κούφον εν οφθαλμοίς Κυρίου του πλουτίσαι πένητα. Δεν υπάρχει, νομίζω, στον σημερινό κυκεώνα της τόσης ταραχής και αρνήσεως και απιστίας, απλούστερο και ευκολώτερο και από όλους σχεδόν κατορθωτό πνευματικό επιτήδευμα, με τόση πολλαπλήν ωφέλεια και προκοπή, από την μικρήν αυτήν ευχήν. Επιβάλλεται και καθήμενος κανείς και κινούμενος και εργαζόμενος και, αν είναι ανάγκη και στο στρώμα να είναι και γενικά, όπου και όπως ευρίσκεται, μπορεί να λέγη την μικρή αυτή ευχή που περιέχει μέσα της και την πίστη και την ομολογία και την επίκληση και την ελπίδα. Με τόσο δε μικρό κόπο και ασήμαντη προσπάθεια, συμπληρώνει στην εντέλεια την καθολικήν εντολήν: «αδιαλείπτως προσεύχεστε». Σε όποιον λόγο των Πατέρων μας και αν στραφή κανείς, ή ακόμα και στους θαυμαστούς βίους των, δεν θα συνάντηση σχεδόν καμμίαν άλλην αρετή τόσο πολύ να εξυμνήται και με ζήλο και επιμονή να εφαρμόζεται, ώστε να αποτελή αυτή μόνη το ισχυρότερο μέσον της εν Χριστώ επιτυχίας. Δεν είναι ο σκοπός μας να εκθειάσωμεν ή να περιγράψωμεν αυτή την βασίλισσα των αρετών, διότι ό,τι και αν πούμεν εμείς, μάλλον θα την μειώσωμεν. Ο σκοπός μας είναι να παρακινήσωμεν και ενθαρρύνωμε κάθε πιστό στην εργασία της και καθένας μετά θα διδαχθή εκ της πείρας του ό,τι εμείς πολύ ελάχιστα είπαμε.

Δράμετε οι απορούντες, οι απεγνωσμένοι, οι θλιμμένοι, οι αγνοούντες, οι ολιγόπιστοι και ποικιλοτρόπως δοκιμαζόμενοι στην παρηγορίαν και λύσιν των προβλημάτων σας. Ο γλυκύς μας Ιησούς Χριστός, η Ζωή μας, μας αναγγέλλει ότι «χωρίς Αυτού ου δυνάμεθα ποιείν ουδέν». Ιδού λοιπόν όπου, επικαλούμενοι Αυτόν συνεχώς, ουδέποτε μένομε μόνοι και επομένως «πάντα ισχύομεν και θα ισχύσωμεν δι’ Αυτού». Ιδού το ορθόν νόημα και η εφαρμογή του σημαντικού ρήματος της Γραφής: «επικάλεσαί με εν ημέρα θλίψεώς σου και εξελούμαί σε και δοξάσεις με». Εμείς όχι μόνον «εν ημέρα θλίψεως», αλλά συνεχώς να επικαλούμεθα το πανάγιόν Του όνομα, για να φωτίζεται ο νους μας, ώστε να μην εισερχώμεθα σε πειρασμούς. Εάν δε κάποιος θέλη και υψηλότερα να βάδιση, όπου η παναγία Χάρις θα τον ελκύση, από την εισαγωγή αυτή θα διαβή και «λαληθήσεται» σ’ αυτόν και περί Εκείνου, όταν φθάση έως εκεί.
Ως επίλογο των γραφέντων επαναλαμβάνομε την παρακίνηση ή μάλλον την ενθάρρυνση μας προς πάντας τους πιστούς, ότι δύνανται και επιβάλλεται να ασχολούνται με την ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», την λεγομένη «νοεράν προσευχήν», με βεβαίαν πίστη, ότι πολύ θα ωφεληθούν, σε οποιοδήποτε στάδιο και αν φθάσουν. Η μνήμη του θανάτου και το ταπεινόν φρόνημα, με άλλα βοηθητικά όπου προείπαμεν, εγγυώνται την επιτυχία χάριτι Χριστού, του οποίου η επίκληση θα είναι ο στόχος της αγαθής απασχολήσεως. Αμήν.

Περιοδικό Αγιορείτικη μαρτυρία Τριμηνιαία έκδοσις ιεράς μονής Ξηροποτάμου. Τεύχος 8-9, ΙΟΥΝΙΟΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 1990.

Η/Υ ΠΗΓΗ

Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου.

πηγή: Ορθόδοξη Πορεία
και ΑΠΟΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΝΗ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΟΥ 

http://thesvitis.blogspot.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου